ΜΑΘΕ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΗΣΙΑ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΕΙΡΑΤΗ!





Από τον Παύλο Κώτση και την εξαιρετική του παρουσίαση. Αντιγράφω:


Ο μεγάλος πειρατής Τζακ Σπάροου, έπειτα από την περιήγησή του στις ελληνικές θάλασσεςΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ! Αυτή τη φορά, αναζητά τον θησαυρό του Ντέιβι Τζόουνς, τον οποίο έκλεψε ο πανούργος κάπτεν Μπαρμπόσα και τον διασκόρπισε στα ελληνικά νησιά.

Μπορεί ο Τζακ να έμαθε πια τα ελληνικά πελάγη, αλλά και πάλι δεν έχει ιδέα για τα νησιά μας. Μπορείς να τον βοηθήσεις να συγκεντρώσει το θησαυρό;

Κάντε κλικ στην εικόνα και μεταφερθείτε στην παρουσίαση


ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ ΓΙ΄ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΗΜΟΥΝ, ΓΙ' ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΚΑΝΑ"



Ο στρατιώτης που οδήγησε το άρμα στο Πολυτεχνείο, θυμάται...





Η εισβολή του άρματος μάχης στο Πολυτεχνείο,δεν σημάδεψε μόνο τους εξεγερμένους μέσα από τη πύλη που τσακίστηκε από τους τόνους χάλυβα που έπεσαν με ορμή πάνω της. Σημάδεψαν βαθιά τον 20χρονο τότε στρατιώτη που είχε διαταχθεί να οδηγήσει το άρμα μέσα στο Πολυτεχνείο.




Τ΄ όνομά του Α.Σκευοφύλαξ,αλλά μικρή σημασία έχει τ΄ όνομα. Σημαντικές είναι οι αναμνήσεις ενός ανθρώπου,όπως τόλμησε να της πει μία και μοναδική φορά σε συνέντευξή του στο Βήμα, στην επέτειο του 2003

•«Την ημέρα εκείνη ήμουν υπηρεσία. Στον στρατό είχα δέκα μήνες. Ημουν εκπαιδευτής στο Κέντρο Τεθωρακισμένων, στο Γουδί. Τότε οι «μαυροσκούφηδες» ήταν σώμα επιλέκτων. Πήγα εθελοντικά. Μόλις άρχισαν τα επεισόδια, μπήκαμε επιφυλακή. «Οι κομμουνιστές καίνε την Αθήνα» μας έλεγαν και εμείς τους πιστεύαμε. Θυμάμαι στο στρατόπεδο κάποιοι είχαν ραδιοφωνάκια και ακούγαμε στα κρυφά τον σταθμό του Πολυτεχνείου. «Παλιοκουμμούνια» θα καλοπεράσετε!» λέγαμε».


•«Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα της 16ης Νοεμβρίου, η ίλη μου πήρε εντολή να ετοιμαστεί για έξοδο. Αποφασίστηκε να βγουν πέντε δικά μας άρματα, κάτι γαλλικά AMX30. Εγώ ήμουν οδηγός στο πρώτο άρμα που βγήκε στον δρόμο». Στο ίδιο άρμα βρίσκονταν ο αξιωματικός Μιχάλης Γουνελάς, ως επικεφαλής, ο ανθυπασπιστής Λάμπρος Κωνσταντέλλος, ως οδηγός εδάφους, ο λοχίας Στέλιος Εμβαλωμένος και ο Γιάννης Τίρπας.







•«Στη 1.15 το πρωί της 17ης Νοεμβρίου φτάσαμε στη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας. Λίγο αργότερα διασχίζαμε την Αλεξάνδρας, όταν στο ύψος του IKA, στη στάση Σόνια, σταματήσαμε γιατί ο δρόμος ήταν κλειστός. Υπήρχαν οδοφράγματα, φωτιές και ακινητοποιημένα λεωφορεία. Με διάφορες μανούβρες αριστερά – δεξιά, μπρος πίσω, άνοιξα τον δρόμο και προχωρήσαμε» θυμάται ο κ. Σκευοφύλαξ. Ο δρόμος για τα τανκς ήταν ανοιχτός πλέον προς το Πολυτεχνείο. «Οταν φτάσαμε στη διασταύρωση της λεωφ. Αλεξάνδρας και της οδού Πατησίων, μας έδωσαν εντολή να σταματήσουμε. Εκεί, στην πλατεία Αιγύπτου, μείναμε περίπου μία ώρα. Ο κόσμος θυμάμαι ότι μας φώναζε «είμαστε αδέλφια, είμαστε αδέλφια». Εγώ ήθελα να τους φάω. Τους έβλεπα σαν παράσιτα»!




•2 το πρωί. «Φτάνοντας μπροστά στην πόρτα, έστριψα το άρμα προς το Πολυτεχνείο, με γυρισμένο το πυροβόλο προς τα πίσω. Θυμάμαι ότι σηκώθηκα από τη θέση μου και εγώ και το άλλο πλήρωμα. Δεκάδες φοιτητές κρέμονταν από τα κάγκελα, ενώ εκατοντάδες βρίσκονταν στον προαύλιο χώρο. Εδειχναν πανικόβλητοι Και εγώ, να σκεφτείς ότι τους έβλεπα σαν μαμούνια που ήθελα να τα φάω»!







•3 το πρωί.«Τότε ήρθε ο οδηγός εδάφους του άρματος και μου λέει: «Θα μπούμε μέσα, θα ρίξουμε την πύλη. Ετοιμάσου!Πήρα θέση και ξεκίνησα. Δεν έβλεπα πολλά πράγματα, δεν είχα καλό οπτικό πεδίο, γιατί κοιτούσα πλέον από τη θυρίδα του άρματος. Δέκα εκατοστά πριν από την πόρτα, σταμάτησα. Σταμάτησα σκόπιμα. Αυτό φαίνεται στο βίντεο της εποχής. Στο φρενάρισμα, οι φοιτητές τρομαγμένοι έφυγαν προς τα πίσω. Αν έμπαινα με ταχύτητα, θα σκότωνα δεκάδες άτομα που εκείνη τη στιγμή ήταν κρεμασμένα στα κάγκελα. H καγκελόπορτα έπεσε αμέσως. Πίσω από τη σιδερένια πύλη ήταν σταθμευμένο το Μερσεντές το οποίο είχαν βάλει εκεί οι φοιτητές για να φράξουν την είσοδο. Το έκανα αλοιφή. H αριστερή ερπύστρια το έλιωσε. Με το που έπεσε η πύλη του Πολυτεχνείου εισέβαλαν οι αστυνομικοί για να συλλάβουν τους φοιτητές. Λίγο αργότερα κατέβηκα και εγώ από το άρμα και μπήκα στον χώρο του Πολυτεχνείου. Δεν υπήρχε νεκρός. Θα μπορούσε όμως και να υπάρχουν νεκροί» .





•«Αστυνομικοί κυνηγούσαν και χτυπούσαν τους φοιτητές όπου τους έβρισκαν. Αν δεν ήταν οι ΛΟΚατζήδες να τους σταματήσουν – θυμάμαι ότι πολλές φορές πιάστηκαν στα χέρια μαζί τους – δεν ξέρω και γω τι θα γινόταν».


•«Στο προαύλιο του Πολυτεχνείου ήταν πολύ χτυπημένοι, θυμάμαι ότι είδα πολλούς τραυματίες, ενώ τρεις-τέσσερις ήταν σωριασμένοι κάτω, ακίνητοι. Δεν ξέρω αν ήταν νεκροί. Δεν κοίταξα να δω. Κάποια στιγμή ένας φοιτητής όρμησε κατά πάνω μου και μου είπε: «Τι κατάλαβες τώρα που μπήκες;». Αφήνιασα. Εβγαλα το πιστόλι και προτάσσοντάς το γύρισα και του είπα ουρλιάζοντας: «Σκάσε, ρε κωλόπαιδο, μη σε καθαρίσω». Αυτός ο φοιτητής δεν ξέρει πόσο τυχερός στάθηκε εκείνη τη στιγμή… Αν έλεγε μια κουβέντα παραπάνω, θα τον σκότωνα! Τέτοιος ήμουν. Ενας φασίστας».





•«Οπως περνούσαν οι φοιτητές θυμάμαι ότι έριχναν μέσα στο τανκ πακέτα τσιγάρα και ό,τι προμήθειες είχαν μαζί τους. Οταν γυρίσαμε στο Γουδί, το άρμα έμοιαζε με περίπτερο. Οσο σκέφτομαι ότι οι φοιτητές μας έδιναν σάντουιτς και τσιγάρα, μετά απ’ όσα τους κάναμε… Δεν μπορώ να το συχωρέσω αυτό το πράγμα στον εαυτό μου. Σκέφτομαι τι πήγα και έκανα!..».




•«Οταν γυρίσαμε στο στρατόπεδο, έγινα ήρωας. Οι στρατιωτικοί μου έδιναν συγχαρητήρια. Τότε αισθανόμουν ότι ήμουν κάποιος, ότι έκανα κάτι καλό, κάτι μεγάλο. Είχα γίνει ο ήρωας που διέλυσε τους εχθρούς της πατρίδας, τα «παλιοκουμμούνια», όπως λέγαμε τότε τους φοιτητές. Αυτά μου έλεγαν, αυτά πίστευα. Ενιωθα περήφανος. Ημουν και εγώ φασίστας».




•«Ντρέπομαι γι’ αυτό που ήμουν, γι’ αυτό που έκανα. Στη θέση μου θα μπορούσε να βρεθεί ο καθένας, έφεδρος στρατιώτης ήμουν άλλωστε. Δεν με απαλλάσσει όμως αυτό. Μέχρι που μπήκα μέσα, πίστευα αυτό που έκανα. Στη συνέχεια έγινε ο εφιάλτης της ζωής μου».




Αναδημοσίευση κειμένου από onalert.gr

Πολυτεχνείο 17 Νοέμβρη 1973 - Παρουσίαση και Ντοκουμέντα






Τα γεγονότα που οδήγησαν στην εξέγερση των φοιτητών του Πολυτεχνείου το 1973, μέσα από μια πάρα πολύ ωραία παρουσίαση.






Πολυτεχνείο: το χρονικό της εξέγερσης


  

Πολυτεχνείο: η εισβολή του τανκ






Πολυτεχνείο 17 Νοέμβρη 1973 - Μουσικό αφιέρωμα



Τραγούδι: Το Μεγάλο Μας Τσίρκο

Στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλλης
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Ερμηνεία: Νίκος Ξυλούρης, Τζένη Καρέζη



Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι και σήμερα επίκαιροι!


Μεγάλα νέα φέρνω από 'κει πάνω
περίμενε μια στάλα ν' ανασάνω
και να σκεφτώ αν πρέπει να γελάσω
να κλάψω, να φωνάξω, ή να σωπάσω

Οι βασιλιάδες φύγανε και πάνε
και στο λιμάνι τώρα, κάτω στο γιαλό
οι σύμμαχοι τους στέλνουν στο καλό

Καθώς τα μαγειρέψαν και τα φτιάξαν
από 'ξαρχής το λάκκο τους εσκάψαν
κι από κοντά οι μεγάλοι μας προστάτες
αγάλι-αγάλι εγίναν νεκροθάφτες

Και ποιος πληρώνει πάλι τα σπασμένα
και πώς να ξαναρχίσω πάλι απ' την αρχή
κι ας ήξερα τουλάχιστον γιατί


Το ριζικό μου ακόμα τι μου γράφει
το μελετάνε τρεις μηχανογράφοι
Θα μας το πουν γραφιάδες και παπάδες
με τούμπανα, παράτες και γιορτάδες

Το σύνταγμα βαστούν χωροφυλάκοι
και στο παλάτι μέσα οι παλατιανοί
προσμένουν κάτι νέο να φανεί

Στολίστηκαν οι ξένοι τραπεζίτες
ξυρίστηκαν οι Έλληνες μεσίτες
Εφτά ο τόκος πέντε το φτιασίδι
σαράντα με το λάδι και το ξύδι

Κι αυτός που πίστευε και καρτερούσε
βουβός φαρμακωμένος στέκει και θωρεί
τη λευτεριά που βγαίνει στο σφυρί

Λαέ, μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι
μην έχεις πια την πείνα για καμάρι
Οι αγώνες που' χεις κάνει δεν 'φελάνε
το αίμα το χυμένο αν δεν ξοφλάνε

Λαέ, μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι
η πείνα το καμάρι είναι του κιοτή
του σκλάβου που του μέλλει να θαφτεί


Ο δρόμος του Μάνου Λοΐζου



Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία
κάποιος την έγραψε στον τοίχο με μπογιά

ήταν μια λέξη μοναχά ελευθερία
κι ύστερα είπαν πως την έγραψαν παιδιά



Κι ύστερα πέρασε ο καιρός κι η ιστορία
πέρασε εύκολα απ' τη μνήμη στην καρδιά
ο τοίχος έγραφε μοναδική ευκαιρία
εντός πωλούνται πάσης φύσεως υλικά



Τις Κυριακές από νωρίς στα καφενεία
κι ύστερα γήπεδο στοιχήματα καυγάς
ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία
είπανε όμως πως την έγραψαν παιδιά


Όταν σφίγγουν το χέρι/ Με τόσα φύλλα




26 Απριλίου 1999. Από την συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στην πλατεία Συντάγματος για τους βομβαρδισμούς της Σερβίας.

Στίχοι: Γιάννης Ρίτσος
Συνθέτης: Μίκης Θεοδωράκης

Όταν σφίγγουν το χέρι

Όταν σφίγγουν το χέρι (x2)
ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο (x2)

Όταν χαμογελάνε (x2)
ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μές απ' τ' άγρια γένια τους (x2)

Όταν σκοτώνονται όταν σκοτώνονται (x2)
η ζωή τραβάει την ανηφόρα (x2)
με σημαίες με σημαίες
και με ταμπούρλα
η ζωή τραβάει την ανηφόρα (x2)
με σημαίες με σημαίες με σημαίες
και με ταμπούρλα

ΜΕ ΤΟΣΑ ΦΥΛΛΑ

Μὲ τόσα φύλλα σοῦ γνέφει ὁ ἥλιος καλημέρα
Μὲ τόσα φλάμπουρα νὰ λάμπει ὁ οὐρανὸς
Καὶ τοῦτοι μὲς στὰ σίδερα, καὶ κεῖνοι μὲς στὸ χῶμα
Καὶ τοῦτοι μὲς στὰ σίδερα, καὶ κεῖνοι μὲς στὸ χῶμα

Σώπα, ὅπου νά ναι θὰ σημάνουν οἱ καμπάνες
Αὐτὸ τὸ χῶμα εἶναι δικό τους καὶ δικό μας.

Κάτω ἀπ τὸ χῶμα, μὲς στὰ σταυρωμένα χέρια τους
κρατᾶνε τῆς καμπάνας τὸ σκοινὶ
προσμένουνε τὴν ὥρα, προσμένουν νὰ σημάνουν τὴν Ἀνάσταση.

Τοῦτο τὸ χῶμα εἶναι δικό τους καὶ δικό μας
Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ μᾶς τὸ πάρει.

Σώπα, ὅπου νά ναι θὰ σημάνουν οἱ καμπάνες
Αὐτὸ τὸ χῶμα εἶναι δικό τους καὶ δικό μας.

ΕΝΑ ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ



ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ-ποιηση ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ


Ενα το χελιδόνι κι η άνοιξη ακριβή
για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή
Θέλει νεκροί χιλιάδες να 'ναι στους τροχούς
Θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους.

Θε μου Πρωτομάστορα μ' έχτισες μέσα στα βουνά
Θε μου Πρωτομάστορα μ' έκλεισες μες στη θάλασσα!

Πάρθηκεν από μάγους το σώμα του Μαγιού
Το 'χουνε θάψει σ' ένα μνήμα του πέλαγου
σ' ένα βαθύ πηγάδι το 'χουνε κλειστό
μύρισε το σκοτάδι κι όλη η άβυσσος

Θε μου Πρωτομάστορα μέσα στις πασχαλιές και Συ
Θε μου Πρωτομάστορα μύρισες την Ανάσταση


Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ


Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης
Συνθέτης: Μίκης Θεοδωράκης

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ
και μυρσίνη εσύ δοξαστική 
μη παρακαλώ σας μη (x3)
λησμονάτε τη χώρα μου

Αετόμορφα τα έχει τα ψηλά βουνά
στα ηφαίστεια κλήματα σειρά 
και τα σπίτια πιο λευκά (x3)
στου γλαυκού το γειτόνεμα

Τα πικρά μου χέρια με τον Κεραυνό
τα γυρίζω πίσω απ' τον καιρό 
τους παλιούς μου φίλους καλώ (x3)
με φοβέρες και μ' αίματα

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ
και μυρσίνη εσύ δοξαστική 
μη παρακαλώ σας μη (x3)
λησμονάτε τη χώρα μου


ΜΑΘΕ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΛΑΓΗ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΕΙΡΑΤΗ!



Μια πολύ όμορφη παρουσίαση για να μάθεις τα ελληνικά πελάγη παίζοντας! 
Κάνε κλικ στην εικόνα για να μεταφερθείς στο παιχνίδι






Η παρουσίαση είναι από τον καλό συνάδελφο Παύλο Κώτση

ΜΟΝΟΚΕΡΩΣ ΑΠΟ ΠΟΡΣΕΛΑΝΗ


Μια πολύ συγκινητική ταινία μικρού μήκους του Αμερικανού σκηνοθέτη Keegan Wilcox, που κέρδισε το Α΄ βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό “Tell It Your Way” που διοργάνωσε η Philips Parallel Lines.

Μια συνάντηση την περίοδο του πολέμου που θα επηρεάσει τη μετέπειτα ζωή των δύο πρωταγωνιστών.



 
Αναδημοσίευση από το blog Γρηγόρης (δάσκαλος)

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Από τον Κώστα Μπαλάφα






Ο Κώστας Μπαλάφας, ένας απ’ τους μεγαλύτερους Έλληνες φωτογράφους, πέθανε στις 10 του Οκτώβρη σε ηλικία 91 ετών. Ο Κώστας Μπαλάφας γεννήθηκε το 1920 στην Κυψέλη της Άρτας, ορεινό χωριό της Ηπείρου, από γονείς αγρότες.

Στο χώρο της φωτογραφίας τον συναντούμε το 1939 στα Γιάννενα, όπου έζησε τον πόλεμο του 1940 και πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση 1941-44. Φωτογράφισε τον ένοπλο αντάρτικο αγώνα κατά των κατακτητών και τον αποτύπωσε στο φωτογραφικό λεύκωμα Το Αντάρτικο στην Ήπειρο. Από το 1951 εργάστηκε στη ΔΕΗ και τον περισσότερο ελεύθερο χρόνο του τον διέθεσε στη φωτογραφία.





Οι σκληρές συνθήκες ζωής των παιδικών του χρόνων και οι αγώνες του ελληνικού λαού εκείνο τον καιρό για ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια επέδρασαν στον ευρύτερο ψυχισμό του και διαμόρφωσαν το ύφος της φωτογραφικής του δουλειάς, ιδίως σε θέματα κοινωνικού προβληματισμού, τα οποία κυρίως τον απασχόλησαν. Κατά καιρούς περπάτησε όλη σχεδόν την Ελλάδα και την απέδωσε με το δικό του τρόπο σε φωτογραφική εικόνα.

Μέσα από τις φωτογραφίες του, στιγμές της ιστορίας της Ελλάδας

πηγή κειμένου:  http://roadartist.blogspot.com/2011/10/1920-2011.html



 


Το Αντάρτικο στην Ήπειρο, 1941-1944